ΨΗΦΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 1923 – 1981      |      ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ – ΤΜΗΜΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΨΗΦΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 1923 – 1981
ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ – ΤΜΗΜΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΨΗΦΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ
ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 1923 – 1981
ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ – ΤΜΗΜΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΕΛΕΝΗ ΓΚΟΥΣΗ - ΔΕΣΥΛΛΑ
ΧΑΛΚΙΔΑ 1938 -
Α.Μ. ΤΕΕ    7389

ΣΠΟΥΔΕΣ

Διπλωματούχος Αρχιτέκτων, Σχολή Αρχιτεκτόνων Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) 1955 - 1960

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ

Μεγάλα Αρχιτεκτονικά Γραφεία 1960 - 1962

Υπουργείο Δημοσίων Έργων - Υπηρεσία Οικισμού 1962 - 1966

Διδάσκουσα - Επιμελήτρια Έδρας Κτιρολογίας καθ. Θ. Βαλεντή 1965 - 1968

Ιδρυτικό μέλος του Εργαστηρίου 66 και  ενεργή συμμετοχή 1966 - 1975

Ελεύθερο επάγγελμα - Αρχιτεκτονική 1975 - 2003

Ζωγραφική, Ποίηση 1955 - 2001

Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. Προοπτικό - Τομές. Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός Α' Βραβείο, 1967.

Η Ελένη Γκούση – Δεσύλλα, κερκυραϊκής καταγωγής, γεννήθηκε το 1938 στην Χαλκίδα. Από το 1941 ζει στην Αθήνα. Το 1955 τελειώνει το σχολείο και σπουδάζει στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) (1955-1960).

 

Από το 1960 έως το 1962, εργάζεται ως υπάλληλος στο γραφείου του Δ. Α. Φατούρου και στο γραφείο «19/57» των Νίκου Δεσύλλα, Δημήτρη Κονταργύρη, Αντώνη Λαμπάκη και Παύλου Λουκάκη. Στη συνέχεια και έως το 1966 διορίζεται στην Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Δημοσίων ‘Έργων, ασχολούμενη με πολεοδομικές μελέτες.

 

Από το 1965 έως το 1968 συμμετέχει στο εκπαιδευτικό προσωπικό της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ ως επιμελήτρια στην ‘Έδρα της Κτιριολογίας με καθηγητή τον Θ. Βαλεντή.

 

Από το 1962 συνεργάζεται με τους Δημήτρη και Σουζάνα Αντωνακάκη συμμετέχοντας σε Αρχιτεκτονικούς Διαγωνισμούς. Από το 1966 έως το 1975 συμμετέχει στο αρχιτεκτονικό γραφείο «Εργαστήριο 66», του οποίου και υπήρξε ιδρυτικό μέλος μαζί με τους Γαβριήλ Αηδονόπουλο, Δημήτρη Αντωνακάκη, Σουζάνα Αντωνακάκη, Έφη Βροντίση, και Ντένη Ποτήρη.

Τα κυριότερα έργα της περιόδου 1962-1975, τα οποία δημοσιεύθηκαν στα «Αρχιτεκτονικά Θέματα» ήταν:

 

  • Αρχιτεκτονικοί Διαγωνισμοί: Κτίριο υποδοχής στην ΔΕΘ – Β΄ βραβείο (1963), Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου – Α΄ βραβείο (1965), Τουριστική αξιοποίηση Παλαιού Φρουρίου Κερκύρας – Α΄ βραβείο (1967), Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής – Β΄ βραβείο (1968), Δημαρχείο Ταύρου – Β΄ βραβείο (1970), Διαμόρφωση χώρου για την τοποθέτηση αγάλματος Ελευθερίου Βενιζέλου στην Αθήνα – Β΄βραβείο (1975).

  • Μελέτες: Μελέτη για την διαμόρφωση των ελεύθερων χώρων της Ακροναυπλίας και Νυχτερινού Κέντρου (1969), Μελέτη εντοπισμού, καταγραφής και αξιολόγησης των παραδοσιακών οικισμών του Ν. Κυκλάδων (1973).

 

Το 1964 παντρεύεται με τον Αρχιτέκτονα Νίκο Δεσύλλα και αποκτούν τέσσερα παιδιά.

 

Το 1996 συμμετέχει στη XIX Διεθνή στην Διεθνή Έκθεση Αρχιτεκτονικής Triennale Milano, όπου παρουσιάζονται σχέδια και φωτογραφίες του Αρχαιολογικού Μουσείου Χίου.

 

Από το 1975 έως το 2003, η Ελένη Δεσύλλα εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας και συνεργάζεται περιστασιακά με την αρχιτέκτονα Έφη Βροντίση. Την περίοδο αυτή σχεδιάζει ιδιωτικά κτίρια κατοικιών και γραφείων καθώς και δύο συγκροτήματα παραθεριστικών κατοικιών σε Ρέθυμνο και Σπέτσες.

Παράλληλα στρέφεται σε νέες ατραπούς προσωπικής έκφρασης. Μέσα από τις ζωγραφικές και ποιητικές αναζητήσεις της θέλησε να παντρέψει τις δύο τέχνες στα έργα της. Της άρεσε να χρησιμοποιεί το χρώμα ως συναίσθημα στους στίχους της και να ζωγραφίζει αφηρημένα σχήματα εμπνεόμενη από μία λέξη.

Είναι μέλος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, στον οποίο είχε εκλεγεί Αντιπρόεδρος για μία θητεία κατά τη δεκαετία του ’90.

 

 

 

* Το υλικό της ανάρτησης έχει παραχωρηθεί στο Αρχείο από την ίδια τη βιογραφούμενη -την οποία και ευχαριστούμε πολύ- το φθινόπωρο του 2021. Ακόμα η ίδια η βιογραφούμενη είχε την τελική θεώρηση των κειμένων της ανάρτησης.

 

Α. ΠΑΙΔΙΚΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ

Η Ελένη Γκούση-Δεσύλλα γεννήθηκε στην Χαλκίδα Ευβοίας το 1938. Ήταν το μοναδικό παιδί του Συνταγματάρχη τότε και Διοικητή της Σχολής Πυροβολικού Γρηγορίου Γκούση από την Λευκίμμη Κερκύρας και της Γεωργίας Καρανίκα από την Λάρισα αποφοίτου της Αρσακείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας Λάρισας.

 

Στα τέλη του 1938 η οικογένεια μετακόμισε στην Θεσσαλονίκη όπου ο Γρηγόριος Γκούσης τοποθετήθηκε Καθηγητής της Στρατηγικής στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου, ως ειδικός, γιατί είχε κάνει τριετείς σπουδές στην αντίστοιχη Σχολή του Παρισιού με Καθηγητή Στρατηγικής τον ήρωα της Γαλλίας στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο Στρατηγό deLatre-deTassigny. Στις 28 Οκτωβρίου του 1940 ο πατέρας έφυγε για το μέτωπο και η μητέρα με το παιδί κατέφυγαν στην Αθήνα σε συγγενικό σπίτι. Μετά την κατάρρευση του μετώπου και την κατάληψη της Αθήνας από τους Γερμανούς επέστρεψε ο πατέρας και η οικογένεια νοίκιασε σπίτι στην Κυψέλη. Στα χρόνια της Κατοχής και της μεγάλης πείνας αντιμετώπισαν πρόβλημα επιβίωσης. Ελάχιστα τρόφιμα από την επαρχία έφταναν στις κεντρικές συνοικίες της Αθήνας και οι γονείς της Ελένης είχαν πουλήσει ό,τι πολύτιμο υπήρχε στο σπίτι, και πάλι δεν είχαν χρήματα για την μαύρη αγορά.

 

Μετά την απελευθέρωση του 1944, που όλος ο κόσμος πανηγύριζε, ήρθε η Βρετανική Κατοχή. Ο στρατηγός Σκόμπι με τον στρατό του παρέμεινε για να στηρίξει και να εδραιώσει την μοναρχία και ήταν υπεράνω του εκάστοτε πρωθυπουργού. Έπαιρνε τις καίριες αποφάσεις. Ο πατέρας της Ελένης το 1945 τέθηκε σε διαθεσιμότητα, λόγω πολιτικών πεποιθήσεων.

 

Μετά και τα Δεκεβριανά του 1944, τον Ιανουάριο του 1945 η Ελένη πρωτοπήγε στο σχολείο, κατευθείαν στην Β’ Δημοτικού ως διδαχθείσα κατ’ οίκον. Ο πατέρας της την είχε μάθει να διαβάζει και να γράφει, όπως έκανε και καθώς μεγάλωνε που την βοηθούσε στα μαθηματικά και τις διάβαζε ποίηση του Κ. Παλαμά. Το σχολείο της ήταν το ιδιωτικό εκπαιδευτήριο «ΕΛΙΚΩΝ» κοντά στο σπίτι τους, όπου το διδακτικό προσωπικό είχε έρθει από την Σμύρνη το 1922. Η Ελένη θαύμαζε και αγαπούσε την νεαρή φιλόλογο Σ. Λαγογιάννη και ήταν βέβαιη ότι θα ακολουθούσε κλασσικές σπουδές. Όμως στην προτελευταία τάξη μετά από δύο τυχαία και αστεία περιστατικά αποφάσισε να ασχοληθεί με την Αρχιτεκτονική. Μετά από εξετάσεις παρακολούθησε τα μαθήματα του πρακτικού τμήματος στο 6ο Γυμνάσιο Θηλέων και αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1955.

 

Β. ΣΠΟΥΔΕΣ

Τον Σεπτέμβριο του 1955, μετά από δίμηνο φροντιστήριο, έδωσε με επιτυχία εισαγωγικές εξετάσεις για την αρχιτεκτονική σχολή του ΕΜΠ.

Οι καθηγητές της Αρχιτεκτονικής ήταν: Α. Ορλάνδος στην Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, Δ. Ευαγγελίδης και Νίκος Εγγονόπουλος στην Ιστορία Τέχνης, Κ. Κιτσίκης και Κ. Ρουσόπουλος στις Κτιριολογίες, Π. Μιχελής στην Αισθητική της Αρχιτεκτονικής και την Μορφολογία, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας στην Ζωγραφική, Α. Σώχος και Βασιλείου στην Πλαστική και Δ. Κορωναίος στην Στατική.

 

Παράλληλα με τις σπουδές της η Ελένη εργαζόταν στο γραφείο του Αρχιτέκτονα Στρατή Δούκα.

 

Αποφοίτησε από το Πολυτεχνείο το 1960.

 

Στις δύο τελευταίες τάξεις είχε την τύχη να έχει καθηγητή της Κτιριολογίας τον James Spayer που είχε έρθει από το Σικάγο ως guest professor. Ο Spayer ήταν στενός συνεργάτης του Mies van der Rohe και διευθυντής του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στο Σικάγο. Αυτός άλλαξε τελείως την ατμόσφαιρα της Σχολής από αυστηρή και απρόσωπη την έκανε πολύ φιλική και άνοιξε νέους ορίζοντες στις προσδοκίες των σπουδαστών για αρχιτεκτονικές δημιουργίες.

Στα πρώτα του μαθήματα, ο Spayer πήρε τους σπουδαστές του και τους οδήγησε στα βράχια πάνω από το Ηρώδειο και είπε: «Σας έφερα εδώ για να δούμε μαζί από ψηλά ένα από τα σημαντικά κτίρια του κόσμου». Τους έδειξε το κτίριο Φιξ του Ζενέτου. Ανέλυε επί ώρες ποια είναι τα στοιχεία που τεκμηριώνουν αυτόν το χαρακτηρισμό. Οι σπουδαστές κατάλαβαν ότι τα επόμενα μαθήματα θα ήταν συναρπαστικά.

 

Γ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Μετά την αποφοίτησή της από την Σχολή εργάστηκε σε διάφορα αρχιτεκτονικά γραφεία με υπαλληλική σχέση: Στο γραφείο του Δ. Φατούρου, των Π. Τσολάκη και Α. Ζάννου και τέλος στο γραφείο 19/57 Ν. Δεσύλλας, Δ. Κονταργύρης, Αντ. Λαμπάκης και Π. Λουκάκης.

 

Στο γραφείο 19/57 γνώρισε τον αρχιτέκτονα Νίκο Δεσύλλα με τον οποίο παντρεύτηκε το 1964. Απέκτησαν τέσσερα παιδιά την Ευαγγελία Πολιτικό Μηχανικό, τον Αρχιτέκτονα Γρηγόρη, τον Τοπογράφο Μηχανικό Σπύρο και την Γεωργία Εικαστικό Καλλιτέχνη απόφοιτο της Α.Σ.Κ.Τ.

 

Το 1963 η Ελένη διορίστηκε με σύμβαση στην Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ως υπεύθυνη των Νομών Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την Αναθεώρηση και Επέκταση του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αγρινίου. Παραιτήθηκε από την υπηρεσία αυτή το 1966.

 

Το 1965 προτάθηκε από τον καθηγητή της Αρχιτεκτονικής Σχολής Θ. Βαλεντή ως Επιμελήτρια στην έδρα της Κτιριολογίας όπου παρέμεινε έως το 1968.

Παράλληλα με τις παραπάνω εργασιακές της υποχρεώσεις από το 1961 έως το 1963 συνεργάστηκε με φίλες της αρχιτεκτόνισσες, την Όλγα Παπαχρήστου αρχικά και στην συνέχεια με τη Σουζάνα Αντωνακάκη, με σκοπό τη συμμετοχή τους σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς. Από το 1963 και μετά συνεργάστηκε αποκλειστικά με την Σουζάνα και τον Δημήτρη Αντωνακάκη για τον ίδιο σκοπό.

 

1966 – 1975    ‘Εργαστήριο 66’

 

Στα τέλη του 1965 οι αρχιτέκτονες Γαβριήλ Αηδονόπουλος, Δημήτρης Αντωνακάκης, Σουζάνα Αντωνακάκη, Έφη Βροντίση, Ελένη Δεσύλλα και Ντένης Ποτήρης αποφασίζουν να ιδρύσουν από κοινού αρχιτεκτονικό γραφείο με την επωνυμία «Εργαστήριο 66».

 

Σκοπός της ίδρυσης του γραφείου αυτού ήταν η συμμετοχή σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και η ανάληψη μελετών του Δημοσίου. Τα μέλη ήταν ισότιμα μεταξύ τους και θα μπορούσαν να εκφράζουν τις απόψεις τους δημόσια.

Οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ τους ήταν καθορισμένες. Κάθε ένα από τα μέλη θα είχε την οικονομική διαχείριση των ατομικών του μελετών. Τα πάγια έξοδα του γραφείου θα μοιράζονταν εξίσου σε όλους. Τα έσοδα των από κοινού μελετών μετά την αφαίρεση των εξόδων θα μοιράζονταν εξ ίσου σε όλους.

Αυτά τα «ιδρυτικά μέλη» ήταν φίλοι μεταξύ τους από τον καιρό των σπουδών και από προγενέστερες συνεργασίες. Ξεκίνησαν να εργάζονται με ενθουσιασμό μέσα σε μια ατμόσφαιρα φιλική και χαρούμενη. Οι συζητήσεις μεταξύ τους πάνω στις νέες ιδέες που έβρισκαν στα ξένα αρχιτεκτονικά περιοδικά αλλά και στο αρχιτεκτονικό γίγνεσθαι της εποχής ήταν υψηλού επιπέδου. Και βέβαια η χαρά όταν βρισκόταν η λύση στις μελέτες ήταν πολύ μεγάλη.

 

Αυτά συνέβαιναν μέχρι την 21-4-1967. Από εκείνη την ημέρα η τραγικότητα των γεγονότων και η καθημερινή αγωνία για φίλους και γνωστούς που υπέφεραν στα βασανιστήρια και τις φυλακές, τους έδεσε ακόμα περισσότερο μεταξύ τους. Οι συζητήσεις ήταν πλέον για το πώς θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους φίλους, όχι γενικά, συγκεκριμένα.

Τα χρόνια περνούσαν και οι μικρές ομάδες των σκεπτομένων ανθρώπων ενώθηκαν σε ένα μέγα πλήθος. Διανοούμενοι, συγγραφείς, καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, αρχιτέκτονες και τόσοι άλλοι συζητούσαν ατελείωτες ώρες για το «μετά». Μετά την χούντα. Για το ποιους δρόμους έπρεπε να ακολουθήσουν, για το πώς έπρεπε να σχεδιαστούν όλα από την αρχή. Υπήρχε ένας ενθουσιασμός, όλοι αισθάνονταν ότι ζουν πραγματικά. Και όσοι εργάζονταν, ο καθένας στο τομέα του, το έκαναν με πάθος γιατί δημιουργούσαν κάτι που θα έμενε και «μετά».

Σε σύγκριση με αυτό το πλήθος ήταν σχετικά λίγοι εκείνοι που αντιστάθηκαν πραγματικά με ηρωικές πράξεις και υπέστησαν τα πάνδεινα σε φυλακές και τόπους βασανιστηρίων όπου η ανθρώπινη ζωή έχανε καθημερινά κάθε αξία. Αλλά έτσι επιβιώνουν πάντα οι λαοί σε σκληρούς και αβέβαιους καιρούς. Επιβιώνουν οραματιζόμενοι έναν καλύτερο κόσμο. Έτσι έγινε και στην Κατοχή, έτσι έγινε και στον Εμφύλιο.

Όλη αυτή την ατμόσφαιρα την έζησαν από κοντά οι αρχιτέκτονες στο Εργαστήριο 66. Υπήρχαν όμως και πρακτικά θέματα. Τα οικονομικά προβλήματα του καθενός αυξάνονταν καθώς μεγάλωναν οι οικογένειες και ο διαθέσιμος χρόνος λιγόστευε.

 

Έτσι τα ιδρυτικά μέλη αποχώρησαν σταδιακά. Η Ελένη Δεσύλλα αποχώρησε το 1975.

 

Ο Δημήτρης και η Σουζάνα Αντωνακάκη κράτησαν την επωνυμία του γραφείου και συνέχισαν το πολύ σημαντικό έργο τους με νέους συνεργάτες.

 

1973. Μελέτη εντοπισμού καταγραφής και αξιολόγησης παραδοσιακών οικισμών ή τμημάτων αυτών του Ν. Κυκλάδων.

 

Το 1973 η τουριστική ανάπτυξη δεν ήταν μεγάλη και το τουριστικό ρεύμα κατευθυνόταν προς πολύ λίγους δημοφιλείς προορισμούς όπως η Ρόδος. Όμως η αθρόα δανειοδότηση από το Κράτος για ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις με πολύ ευνοϊκούς όρους δημιουργούσε άμεσο κίνδυνο για αλλοίωση και καταστροφή των παραδοσιακών οικισμών. Υπήρχαν τότε ακόμη ορεινά χωριά και νησιά άγονης γραμμής όπου έως τότε δεν είχε υπάρξει καμία οικοδομική δραστηριότητα.

 

Οι αρχιτέκτονες του Τουρισμού και της Υπηρεσίας οικισμού έπεισαν την τότε ηγεσία να προβεί σε αναθέσεις μελετών σε 54 Αρχιτεκτονικά γραφεία, όσα και οι νομοί της Ελλάδος, με σκοπό τη θεσμοθέτηση εν συνεχεία Ειδικών Οικοδομικών Κανονισμών προστασίας. Οι μελέτες παραδόθηκαν μετά την μεταπολίτευση μέσα σ’ ένα κλίμα έντονων ιδεολογικών αντιπαραθέσεων και αμφισβήτησης των πάντων.

 

Αυτές τις μελέτες τις θεωρώ πολύ σημαντικές, γιατί πολλοί συνάδελφοι απ’ όλα τα αρχιτεκτονικά γραφεία δούλεψαν με ζήλο, όπως το θέμα απαιτούσε. Έστω και εάν όλα δεν έγιναν με την ίδια επιμέλεια, κάποιο μακρινό πλάνο των οικισμών θα υπήρχε που θα έδειχνε την ιεράρχηση και τη σύνθεση των κτιριακών όγκων και το πώς εκμεταλλεύονταν τότε τις ιδιαιτερότητες του εδάφους. Tα περισσότερα από τα στοιχεία που καταγράφηκαν τότε, μέσα σε πολύ λίγα χρόνια εξαφανίστηκαν για πάντα.

 

Στους νησιωτικούς οικισμούς που μελετήσαμε συνυπήρχαν αρμονικά κτίρια που είχαν κτιστεί δύο και τρεις αιώνες πριν, αλλά οι ανάγκες στέγασης των κατοίκων παρέμειναν οι ίδιες, αν και οι οικονομικές συνθήκες από το 1850 και μετά είχαν αλλάξει δραματικά. Με την εμφάνιση των ατμόπλοιων, τα ιστιοφόρα δέθηκαν στους ταρσανάδες και διαλύθηκαν. Μετά την κατοχή, η μετανάστευση και η αστυφιλία οδήγησαν στην ερήμωση ορισμένων οικισμών. Όσοι κάτοικοι παρέμειναν κρατούσαν ζωντανούς τους οικισμούς, συντηρούσαν τα κτίρια με προσωπική εργασία, συντηρούσαν τις εκκλησίες και τα ξωκλήσια. Υπήρχαν τότε νησιά που είχαν 365 εκκλησάκια, ένα για κάθε μέρα του χρόνου.

 

Δεν ήταν μόνο οι οικισμοί αυτοί που έκαναν τα νησιά αυτά μοναδικά, αλλά και οι παρεμβάσεις στο τοπίο με τις ξερολιθιές που καθόριζαν τις ιδιοκτησίες και με ευρηματικούς τρόπους τις προσάρμοζαν στις απότομες κλίσεις του εδάφους με τις αιμασιές, δηλαδή τα μεγάλα σκαλοπάτια στις πλαγιές για τη δημιουργία στενών λωρίδων καλλιεργήσιμης γης. Αυτά θα έπρεπε να τα θεωρούμε διατηρητέα μνημεία.

 

Με την αύξηση του τουριστικού ρεύματος εξαφανίστηκαν περιγράμματα οικισμών και τρόποι κατασκευής. Ήταν αναμενόμενο αυτό. Εξαφανίστηκαν θαυμαστές τοιχοποιίες και τρόποι επιχρίσματος. Υπήρχε παλιά ο σαρδελωτός σοβάς που γινόταν με το μυστρί σε φρέσκο σοβά και ήταν κάτι ζωντανό, γιατί άλλαζε συνεχώς όψη με τη θέση του ήλιου. Χάθηκε το χρώμα, αυτά τα «ζεστά» γαιώδη χρώματα, η ώχρα και το χοντροκόκκινο, και το λουλακί που κυκλοφορούσαν σε σκόνες ευδιάλυτες στο ασβεστόχρωμα. Ακόμη και οι λαδομπογιές που έβαφαν βάρκες και κουφώματα. Στα κοινά χρωματολόγια που κυκλοφορούν, τα χρώματα είναι πικρά και τα επιτρεπόμενα χρώματα από τους κανονισμούς είναι περιορισμένα και οδηγούν σε μονοχρωμίες.

 

Ο τουρισμός δεν είναι αναγκαίο κακό αλλά η επιτακτική ανάγκη των σημερινών ανθρώπων να βρεθούν για λίγο, σε ένα ήρεμο περιβάλλον, με ανθρώπινη κλίμακα, μακριά από τις μεγαλουπόλεις.

Δε θέλω να αναφερθώ στα κακά παραδείγματα των παρεμβάσεων που έγιναν ως τώρα στις επεκτάσεις των οικισμών, κυρίως όταν ολόκληρες παρθένες πλαγιές των νησιών κτίστηκαν από πάνω έως κάτω ή στην ομοιομορφία των κτισμάτων.

 

Σκέπτομαι μήπως ήρθε η ώρα να ξαναδούμε τους κανονισμούς και να καθορίσουμε νέους όρους, ώστε να μην γίνονται στείρες απομιμήσεις μορφολογικών στοιχείων του παρελθόντος, αλλά σύγχρονες κατασκευές που να εξυπηρετούν σημερινές ανάγκες. Ένα στοιχείο που θα μπορούσαμε να κρατήσουμε είναι η κλίμακα των κτιρίων.

 

Σ’ αυτές τις επιτόπου έρευνες  που έγιναν το 1973 αυτό που δεν καταγράφηκε αλλά έμεινε στην εμπειρία του κάθε μελετητή, ήταν η γνωριμία με τους τελευταίους κατοίκους των οικισμών αυτών. Οι περισσότεροι ήταν σε σχετική ένδεια και τα δέκα παιδιά σε κάθε οικογένεια ήταν κάτι συνηθισμένο, όμως αγαπούσαν τον τόπο τους. Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά τους που αντανακλούσαν στον οικισμό τους;

  • Η ολιγάρκεια και η εκ παραδόσεως οικολογική συνείδηση, η εθελοντική προσφορά εργασίας.
  • Η φιλεργία, η ευρηματικότητα και η έμφυτη καλαισθησία. Το μεράκι που έβαζαν σε κάθε τι που έκαναν, το μεράκι που τους έδινε χαρά μιας καθημερινής μικρής δημιουργίας.
  • Η ανταμοιβή τους στον καθημερινό μόχθο ήταν η απόλαυση της ηρεμίας του δειλινού που τους οδηγούσε σε στοχασμούς, γιατί είχαν την σοφία των απλών ανθρώπων.
  • Αυτές οι ιδιότητες οδήγησαν εκείνους τους ανθρώπους να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν τον πολιτισμό τους.

Μετά είναι η σειρά των νέων αρχιτεκτόνων να δημιουργήσουν το δικό τους αρχιτεκτονικό πολιτισμό.

 

1975 – 2003

Από το 1975 μέχρι το 2003 η Ελένη εργάστηκε μόνη της ως ελεύθερος επαγγελματίας με επαγγελματική έδρα το σπίτι της ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει στις οικογενειακές της υποχρεώσεις. Από το 1990 και μετά συνεργάστηκε περιστασιακά με τη στενή της φίλη Έφη Βροντίση.

Από τα προσωπικά της έργα δεν έχει κανένα στοιχείο στην διάθεσή της. Σχέδια και φωτογραφίες υπήρχαν στο αρχείο του γραφείου 19/57 μέχρι τον μεγάλο σεισμό του 1999. Ότι απέμεινε παραδόθηκε στο αρχείο Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη.

Τα σχέδια της «Κρηναίας» στις Σπέτσες και της κατοικίας στην Ύδρα είναι από διαφημιστικά φυλλάδια και την σελίδα των πωλήσεων της εφημερίδας «Η Καθημερινή» που έγιναν για τον εργοδότη με σκοπό την προώθηση των πωλήσεων.

 

Δ. ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 η Ελένη εκλέχθηκε για μία θητεία Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων.

 

1. ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΕΜΠ 1955 – 1960.pdf

 

2. ΖΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ.pdf

 

3. ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΣΑΝ ΕΠΙΛΟΓΟΣ.pdf

 

Α. ΒΡΑΒΕΙΑ ΣΕ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥΣ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΑ

1965

  • Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη.

1967

  • Τουριστική αξιοποίηση Παλαιού Φρουρίου Κερκύρας με το Εργαστήριο 66.

 

Β’ ΒΡΑΒΕΙΑ

1964

  • Κτίριο υποδοχής στην ΔΕΘ με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη.

1968

  • Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής  με το Εργαστήριο 66.

1970

  • Δημαρχείο Ταύρου με το Εργαστήριο 66 και την Ομάδα 70.

1975

  • Διαμόρφωση χώρου για την τοποθέτηση αγάλματος Ελευθερίου Βενιζέλου.

1976

  • Δημαρχείο Ιωαννίνων με τον Νίκο Δεσύλλα.

 

EΠΑΙΝΟΙ

1970

  • Δημαρχείο Ταύρου με το Εργαστήριο 66 και Ομάδα 70.

 

ΕΞΑΓΟΡΕΣ

1961

  • Μνημείο Αγνώστου Πεσόντος Σπουδαστή του Ε.Μ.Π. με την Όλγα Παπαχρήστου (Βραβεία δεν δόθηκαν).

 

Β. ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΤΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

1963

  • Μονοκατοικία στου Παπάγου (κατεδαφίστηκε και κτίστηκε πολυκατοικία).

1965

  • Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη.

  • Διώροφη μονοκατοικία οικ. Αναστασάκη στα Χανιά, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη.

1966

  • Μονοκατοικία οικ. Δροσοπούλου, Μπιζανίου 26, Ηλιούπολη.

1968

  • Αίθουσα Κινηματογράφου ιδιοκτησίας Κ. Κυρλαγκίτση στην Χίο, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη.

1969

  • Μελέτη για την διαμόρφωση των ελεύθερων χώρων της Ακροναυπλίας και Νυχτερινού Κέντρου. Κατασκευάστηκε ένα μικρό τμήμα της διαμόρφωσης, χωρίς επίβλεψη.

1970

  • Πολυκατοικία στην οδό Παρθενώνος στην περιοχή Μακρυγιάννη.

1973 – 1975

  • Μελέτη εντοπισμού, καταγραφής και αξιολόγησης των παραδοσιακών οικισμών του Ν. Κυκλάδων. (Μήλος, Κίμωλος, Αμοργός).

1974

  • Ξενοδοχειακό Συγκρότημα στην περιοχή Στράνη στην Ζάκυνθο

1980

  • Συγκρότημα 5 κατοικιών οικ. Μανουσοπούλου, οδός Μιμόζας 4, Κηφισιά.

1982

  • Κτίριο γραφείων Τεχνικής Εταιρείας στην οδό Φιλελλήνων στο Χαλάνδρι (έχουν γίνει παρεμβάσεις και στην πρόσοψη από τον Ιδιοκτήτη).

1987

  • Συγκρότημα 5 παραθεριστικών κατοικιών έξω από το Ρέθυμνο ιδιοκτησίας Μαίρης Σκουλούδη.

1991

  • Διώροφη μονοκατοικία, με ημιυπόγειο, οικογένειας Κόμπλα, στην Πεντέλη – περιοχή Αστεροσκοπείου.

1995

  • ΚΡΗΝΑΙΑ: Παραθεριστικό συγκρότημα. 12 διώροφες κατοικίες, με ημιυπόγειο, στην περιοχή Ανάληψη των Σπετσών.

1996

  • Αγωνιστική πίστα αυτοκινήτων και των απαραιτήτων εγκαταστάσεων στην Βοιωτία (πακέτο Μελέτη – κατασκευή). Συνεργασία με Έφη Βροντίση.

1997

  • Διώροφη κατοικία, με ημιυπόγειο, στην θέση Καμίνι της Ύδρας.

2003

  • Διώροφη κατοικία Αλ. Στεφανίδη, οδός Μικράς Ασίας 140, στην Πεύκη. Συνεργασία με Έφη Βροντίση.

 

1964

Β’ βραβείο: Κτίριο υποδοχής της ΔΕΘ, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, του Αντώνη Κιτσίκη.

1967

Α’ βραβείο: Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, 1/1967 σελ. 24.

1967

Α’ βραβείο Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. Bulletin of the Architects Association. Τ.5/6, 1965 – 1967.

1968

Α’ βραβείο στον διαγωνισμό για το Φρούριο Κερκύρας. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, 2/1968, σελ. 224.

1971

Α’ βραβείο Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. ARCHITECTUR UND WOHN FORM. τ.8 σελ. 336.

1972

Μουσείο Χίου με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, 6/1972, σελ.144 – 150.

1973

Β’ βραβείο διαγωνισμού για το Δημαρχείο Ταύρου, με Εργαστήριο 66 και Ομάδα 70. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, 7/1973, σελ. 227.

1975

Καταγραφή και αξιολόγηση παραδοσιακών οικισμών στις Κυκλάδες, με το Εργαστήριο 66. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, 9/1975, σελ. 124 – 128.

1975

Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. Στο: Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ, Αρχιτεκτονική Επίσημη και Γοήτρου στην μεταπολεμική Ελλάδα, σελ. 38.

1984

Μουσείο Χίου, με τους Δ. και Σ. Αντωνακάκη. Στο: Δημήτρη Φιλιππίδη, Νεοελληνική Αρχιτεκτονική σελ. 38.

 

ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΡΓΩΝ